Είναι αυτά τα γλυκά απογεύματα του φθινοπώρου, αυτές οι κρύες νύχτες του χειμώνα, αυτά τα ζεστά μεσημέρια του καλοκαιριού, αυτά τα όμορφα πρωινά της άνοιξης και κάπου εκεί έχω παραπέσει κι εγώ. Ξεχάστηκα στον χρόνο θέλοντας και μη. Άφησα να με αφήσουν και ένα κενό κολυμπάει στην αγκαλιά των συναισθημάτων μου. Στριμώχνονται οι φωτογραφίες των αναμνήσεων μου στην άδεια μνήμη μου.
Οι δαίμονες υπάρχουν, ναι υπάρχουν και ζουν μέσα μας. Όταν θέλουμε να τους παλέψουμε απλά πληγώνουμε τον εαυτός μας και όταν θέλουμε να τους αγαπήσουμε χανόμαστε στην ουτοπική φαντασία τους. Δεν ξέρω αν είμαι στο στάδιο της αγάπης ή του μίσους αλλά πώς βρέθηκα εδώ; Πώς ξεχάστηκα εδώ; Γιατί είμαι εδώ; Και τι προσπαθώ να νικήσω εμένα ή αυτούς; Πολλές ερωτήσεις για κάποιον που δεν έχει απαντήσεις δεν νομίζεις;
Ας πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή. Σε αγαπούσα, σε αγαπούσα πολύ και μετά εσύ έφυγες, τα τσιγάρα μου τελείωναν πιο γρήγορα από τα δάκρυα μου και οι καπνοί χόρευαν δίπλα μου στο σκοτάδι. Μετά άρχισα να ξεχνάω πίνοντας και αυτό που κατάφερα είναι να πίνω και να θυμάμαι και να κλαίω. Αργότερα άρχισαν να φεύγουν και άλλοι δικοί μου ενώ εγώ κοιμόμουν για να σταματήσει το κεφάλι μου να με πονάει. Κάποιοι πέθαναν σωματικά, άλλοι ψυχικά και άλλοι έφυγαν απλά, αφήνοντας με στον "γλυκό" ύπνο μου.
Όταν ξύπνησα άρχισα να χάνομαι. Δεν ήθελα να θυμάμαι κανέναν και τίποτα και άρχισα να με πολεμάω, να πολεμάω το μέσα μου και να μου ανοίγω πληγές. Τριγυρνούσα τα βράδια και η ψυχή μου καιγόταν και έκανε κύκλους γύρω από εμένα κι εγώ προσπαθούσα να την προσπεράσω. Τελικά επέζησε, με πολλά τραύματα, αλλά επέζησε. Είναι μεταξύ ζωής και θανάτου. Τουλάχιστον υπάρχει ακόμα.
Και τώρα; Τώρα είμαι εδώ, δεν ξέρω που βρίσκομαι απλά ξέρω ότι είμαι εδώ ουρλιάζοντας για σωτηρία, φωνάζοντας για βοήθεια θέλοντας κάποιος να με ακούσει και να με βγάλει από τον πόνο μου αλλά όλοι γυρνάνε τα κεφάλια τους και φεύγουν σαν να μην γίνεται τίποτα γύρω τους, σιωπηλά, βουβά, με κλειστά μάτια.
Αστείο, σωστά; Ανθρώπινο γένος μεσ'τα λάθη.
Ας πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή. Σε αγαπούσα, σε αγαπούσα πολύ και μετά εσύ έφυγες, τα τσιγάρα μου τελείωναν πιο γρήγορα από τα δάκρυα μου και οι καπνοί χόρευαν δίπλα μου στο σκοτάδι. Μετά άρχισα να ξεχνάω πίνοντας και αυτό που κατάφερα είναι να πίνω και να θυμάμαι και να κλαίω. Αργότερα άρχισαν να φεύγουν και άλλοι δικοί μου ενώ εγώ κοιμόμουν για να σταματήσει το κεφάλι μου να με πονάει. Κάποιοι πέθαναν σωματικά, άλλοι ψυχικά και άλλοι έφυγαν απλά, αφήνοντας με στον "γλυκό" ύπνο μου.
Όταν ξύπνησα άρχισα να χάνομαι. Δεν ήθελα να θυμάμαι κανέναν και τίποτα και άρχισα να με πολεμάω, να πολεμάω το μέσα μου και να μου ανοίγω πληγές. Τριγυρνούσα τα βράδια και η ψυχή μου καιγόταν και έκανε κύκλους γύρω από εμένα κι εγώ προσπαθούσα να την προσπεράσω. Τελικά επέζησε, με πολλά τραύματα, αλλά επέζησε. Είναι μεταξύ ζωής και θανάτου. Τουλάχιστον υπάρχει ακόμα.
Και τώρα; Τώρα είμαι εδώ, δεν ξέρω που βρίσκομαι απλά ξέρω ότι είμαι εδώ ουρλιάζοντας για σωτηρία, φωνάζοντας για βοήθεια θέλοντας κάποιος να με ακούσει και να με βγάλει από τον πόνο μου αλλά όλοι γυρνάνε τα κεφάλια τους και φεύγουν σαν να μην γίνεται τίποτα γύρω τους, σιωπηλά, βουβά, με κλειστά μάτια.
Αστείο, σωστά; Ανθρώπινο γένος μεσ'τα λάθη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου